Ο κρίσιμος Σεπτέμβριος και οι μεγάλοι φόβοι των επενδυτών

Estimated read time 1 min read

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Η ατζέντα του Σεπτεμβρίου για τις αγορές είναι “γεμάτη” και καθοριστική. Ένας μήνας που ούτως ή άλλως τείνει να είναι ιστορικά ο χειρότερος σε αποδόσεις κατά τη διάρκεια του έτους, τη στιγμή που οι γεωπολιτικές ανησυχίες, η πολιτική Τραμπ αλλά και οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη “ταράξει” τα ήρεμα νερά στα οποία έπλεαν οι αγορές το καλοκαίρι.

Ωστόσο, οι αγορές έχουν αποδείξει πολλές φορές το τελευταίο 12μηνο ότι είναι ανθεκτικές στους κινδύνους και η αντίδρασή τους την περασμένη εβδομάδα έρχεται να το επιβεβαιώσει αυτό. Οι εντάσεις στη Β. Κορέα και οι δηλώσεις των κεντρικών τραπεζιτών στο Jackson Hole ενίσχυσαν τη risk-off διάθεση και έστρεψαν τους επενδυτές στα ασφαλή καταφύγια του χρυσού, του ελβετικού φράγκου και του γεν, ωστόσο αυτό δεν κράτησε πολύ, με τη risk-on διάθεση να επιστρέφει μετά τα θετικά οικονομικά στοιχεία από την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Τι περιμένουν οι επενδυτές…

Η συνεδρίαση της Fed, όπου αναμένεται να ανακοινωθεί η μείωση του ισολογισμού της, η συνεδρίαση ΕΚΤ –όπου όλα τα βλέμματα θα είναι στραμμένα στον Ντράγκι για τυχόν ενδείξεις κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής και του μέλλοντος του QE, καθώς και για πιθανή λεκτική παρέμβαση για τη δύναμη του ευρώ–, η λήξη της προθεσμίας για την αύξηση του ορίου του χρέους των ΗΠΑ με τη Fitch να έχει ήδη προειδοποιήσει για υποβάθμιση αν δεν “πιαστεί”, οι συναντήσεις πολλών κεντρικών τραπεζιτών για τα επιτόκια (Καναδάς, Ελβετία, Ιαπωνία) και, φυσικά, οι γερμανικές εκλογές είναι μερικά μόνο από τα γεγονότα με τα οποία θα είναι αντιμέτωπες οι διεθνείς αγορές.

Και μαζί με τα παραπάνω, ο μήνας που μόλις ξεκίνησε είναι συνήθως ο χειρότερος για τις μετοχές, ο μόνος κατά τον οποίο η μέση απόδοση του S&P 500 ήταν αρνητική από το 1928, σύμφωνα με την Bank of America – Merrill Lynch.

…και τι βλέπουν οι αναλυτές

Οι στρατηγικοί αναλυτές της Wall Street έχουν αρχίσει και ανησυχούν για τον τερματισμό της ασυνήθιστης ηρεμίας που χαρακτήριζε τις αγορές τον Αύγουστο, συμβουλεύοντας τους πελάτες τους να προετοιμαστούν για ενίσχυση της μεταβλητότητας. Πολλοί, μάλιστα, είχαν προειδοποιήσει για διόρθωση στα τέλη του καλοκαιριού ή στις αρχές του φθινοπώρου, ωστόσο οι μετοχές αποδείχθηκαν –με κάποια διαλείμματα αναταραχής– ανθεκτικές, με τον εφησυχασμό να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα.

Η Citigroup, για παράδειγμα, έχει προειδοποιήσει τους πελάτες της για διόρθωση στις αγορές λόγω των υψηλών αποτιμήσεων των μετοχών και της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών.

Ωστόσο, η Credit Suisse εμφανίζεται καθησυχαστική, σημειώνοντας πως οι φόβοι μιας μεγαλύτερης διάρκειας διόρθωσης διαλύθηκαν, ενώ τονίζει πως η προσωρινή νευρικότητα είναι απίθανο να μετατραπεί σε μια μακρά περίοδο αποστροφής ρίσκου.

Ακόμα πιο αισιόδοξη εμφανίζεται η BlackRock, η οποία εκτιμά πως η οποιαδήποτε πιθανή αύξηση της μεταβλητότητας το επόμενο διάστημα θα είναι προσωρινή και σημειώνει πως οι επενδυτές θα πρέπει να δουν την όποια αδυναμία στις αγορές ως ευκαιρία για “Βuy”, εκτός εάν τα πολιτικά γεγονότα υπονομεύσουν σημαντικά την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Σύμφωνα με το βασικό της σενάριο, οι κεντρικές τράπεζες θα προχωρήσουν προσεκτικά στην άρση των νομισματικών μέτρων τόνωσης, ενώ σε ό,τι αφορά τη Βόρεια Κορέα οι ΗΠΑ αναμένεται να επιδιώξουν την “ειρηνική εκστρατεία πίεσης” – χρησιμοποιώντας κυρώσεις, με τη βοήθεια της Κίνας, για να πιέσουν τη χώρα.

Το σημερινό σκηνικό της διαρκούς οικονομικής επέκτασης ευνοεί την ανάληψη κινδύνων, όπως σημειώνει, τονίζοντας ότι προτιμά τις μετοχές από τα ομόλογα σε αυτό το περιβάλλον.

Γέλεν – Ντράγκι στο επίκεντρο

Σε ό,τι αφορά τη Fed, η οποία συνεδριάζει στις 19 και 20 Σεπτεμβρίου, αποτελεί έναν μεγάλο πιθανό πονοκέφαλο για τις αγορές εάν τελικά αποφασίσει να μειώσει τον ισολογισμό της, ύψους 4,5 τρισ. δολαρίων, με μείωση των assets που κατέχει, αφού η πολιτική της είχε κρατήσει ψηλά την επενδυτική ευφορία με τις ενέσεις τόνωσης τις οποίες είχε προσφέρει στην οικονομία. “Αυτή η αλλαγή στη συμπεριφορά της κεντρικής τράπεζας είναι το Νο 1 ζήτημα για τους επενδυτές”, σημειώνει η PIMCO, η οποία συστήνει μείωση του ρίσκου στα χαρτοφυλάκια των επενδυτών εν όψει της επιθετικής πολιτικής που θα ακολουθηθεί από τη Fed, έστω και αν η επόμενη αύξηση των επιτοκίων τελικά καθυστερήσει.

Σε ό,τι αφορά την ΕΚΤ, μετά την έλλειψη οποιουδήποτε σχολίου περί νομισματικής πολιτικής από τον Μάριο Ντράγκι στο Jackson Hole, οι επενδυτές αναμένουν τη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας για κάποια ένδειξη σχετικά με το πότε μπορεί να ξεκινήσει το tapering. Aν και ο Οκτώβριος είναι ο πιο πιθανός μήνας για μια τέτοια ανακοίνωση, όπως άλλωστε έχουν υπονοήσει με δηλώσεις τους οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ, ωστόσο το παραμικρό σχόλιο από τον Ντράγκι είναι ικανό να προκαλέσει έντονες κινήσεις στις αγορές, ειδικά στα ομόλογα της περιφέρειας, τα οποία και έχουν επωφεληθεί έντονα από το QE.

Σύννεφα στη Wall, ήλιος στην Ευρώπη;

Αν και οι αμερικανικές μετοχές είναι ευάλωτες τόσο στην ανακοίνωση της Fed όσο και στις αναταραχές στον Λευκό Οίκο και στην πολιτική Τραμπ –με τις αμφιβολίες για το κατά πόσο θα μπορέσει τελικά να εφαρμόσει όλα αυτά που έχει υποσχεθεί για τους φόρους, τις δαπάνες και τις υποδομές να αυξάνουν τα σύννεφα πάνω από τη Wall Street–, οι αναλυτές σημειώνουν ότι οι ευρωπαϊκές αγορές έχουν περαιτέρω περιθώρια ανόδου, δεδομένης και της υπεραπόδοσης της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σχέση με τις ΗΠΑ και πως, ελλείψει κάποιου ισχυρού σοκ όπως η έκρηξη των γεωπολιτικών εντάσεων, η πορεία τους και το επόμενο διάστημα θα συνεχίσει να εντυπωσιάζει.

Η δύναμη του ευρώ θέτει σίγουρα κινδύνους στις ευρωπαϊκές εταιρείες, ωστόσο πολλοί παίκτες της αγοράς θεωρούν ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές έχουν ακόμη πολλά κέρδη να προσφέρουν και αυξάνουν τις τοποθετήσεις τους.

“Μας αρέσουν οι ευρωπαϊκές μετοχές”, σημείωσε η Nandini Ramakrishnan, αναλύτρια μετοχών της J.P. Morgan Asset Management. “Για πρώτη φορά εδώ και αρκετά χρόνια, τα κέρδη των ευρωπαϊκών μετοχών αυξάνονται σε όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους και το βασικό επιχείρημα γι’ αυτό είναι ότι, από τα 60 δισ. ευρώ που έφυγαν από τις ευρωπαϊκές μετοχές τα τελευταία δύο χρόνια, τα 20 δισ. ευρώ επέστρεψαν και υπάρχουν ακόμα 40 δισ. ευρώ που περιμένουν”, τόνισε.

Οι αναλυτές της UBS έχουν αναθεωρήσει τις θέσεις τους στην ευρωπαϊκή αγορά, παρά την ενίσχυση του ευρώ. “Αυξάνουμε τις τοποθετήσεις μας στην ευρωπαϊκή αγορά”, αναφέρει σε note της η τράπεζα. “Οι μετοχές που έχουν έκθεση στην ευρωπαϊκή οικονομία έχουν δείξει καλύτερο momentum στα κέρδη ανά μετοχή (EPS) από ό,τι η αγορά μετά τα τέλη του 2016. Τους τελευταίους μήνες, αυτό αυξήθηκε περαιτέρω και έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δέκα και πλέον ετών. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη μακρά περίοδο υποβαθμίσεων που σημειώθηκαν μετά τη χρηματοοικονομική κρίση και υποδεικνύει ότι θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να βλέπουμε τις αναβαθμίσεις να συνεχίζονται”, επισημαίνει.

Πώς τοποθετούνται 48 funds για τον Σεπτέμβριο

Τα διεθνή funds καλωσορίζουν τον Σεπτέμβριο με αυξημένη την έκθεσή τους στις μετοχές της Ευρωζώνης στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και τουλάχιστον πέντε χρόνια, λόγω της ακόμη χαλαρής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, της ισχυρής ανάπτυξης και των ισχυρών κερδών των εταιρειών. Παράλληλα, μειώνουν τις τοποθετήσεις τους στις μετοχές των ΗΠΑ στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 13 μηνών.

Αυτά είναι τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης του Reuters σε 48 διαχειριστές κεφαλαίων και επικεφαλής επενδύσεων στην Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία και την Ιαπωνία.
Τα funds αύξησαν τις θέσεις τους στις μετοχές της ζώνης του ευρώ στο 20,5% του μέσου παγκόσμιου χαρτοφυλακίου μετοχών, ενώ σχεδόν 90% όσων απάντησαν σε ερώτηση σχετικά με τις προοπτικές για τις ευρωπαϊκές μετοχές τόνισαν ότι θα μπορούσαν να αγγίξουν νέα επίπεδα-ρεκόρ φέτος.

Αν και η απόδοση του Αυγούστου ήταν αρνητική και στο 0,7%, ωστόσο τα funds σημειώνουν ότι, παρά την άνοδο που έχουν σημειώσει από τον Μάιο, οι σχετικά φθηνές αποτιμήσεις των μετοχών της Ευρωζώνης, η ισχυρή δυναμική ανάπτυξης και οι θετικές αναθεωρήσεις κερδών αποτελούν λόγους για την περαιτέρω άνοδο των αγορών.

O Didier Saint-Georges, επικεφαλής της Carmignac, συστήνει ωστόσο προσοχή. Αν και εκτιμά ότι η βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη ήταν εφικτή, οι εκτιμήσεις των αναλυτών δεν αναθεωρούνται πλέον προς τα πάνω και ότι το tapering της ΕΚΤ βρίσκεται προ των πυλών. “Εάν η αγορά των ΗΠΑ διατηρηθεί και δεν σημειώνει κάποια ισχυρή διόρθωση, υπάρχει χώρος για έναν νέο ούριο άνεμο στις ευρωπαϊκές μετοχές, διαφορετικά θα αγωνιστούν να επιπλεύσουν”, σημειώνει.

Τα funds μείωσαν τις θέσεις τους στις μετοχές των ΗΠΑ κατά σχεδόν μία ποσοστιαία μονάδα και στο 38,5% του χαρτοφυλακίου τους, που αποτελεί το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2016. H προθεσμία για την αύξηση του ορίου του χρέους και η απειλή Τραμπ για το κλείσιμο των λειτουργιών της κυβέρνησης για να χρηματοδοτηθεί η κατασκευή του τοίχους του Μεξικού αποτελούν για τα funds τούς κύριους λόγους μείωσης της έκθεσής τους στη Wall Street.

“Το τεράστιο δημοσιονομικό, οικονομικό κόστος και το κόστος της φήμης που αναδύεται από ένα τεχνικό default υποδεικνύουν ένα έντονο παιχνίδι του κοτόπουλου (game of chicken), που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμβιβασμό την τελευταία εβδομάδα του Σεπτεμβρίου”, σημειώνει ο Peter van der Welle, στρατηγικός αναλυτής στη Robeco.

Όπως εκτιμά, οι μετοχές των ΗΠΑ και άλλα risk assets θα μπορούσαν να χτυπηθούν, καθώς η αβεβαιότητα γύρω από το ανώτατο όριο του χρέους θα μπορούσε να μειώσει την πιθανότητα έγκρισης από το Κογκρέσο των σχεδίων Τραμπ για τη φορολογία και τις υποδομές, ενώ οι υψηλότερες αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων θα συνεπάγονταν υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τις εταιρείες των ΗΠΑ.

Πάντως, παρά τη διόρθωση που σημειώθηκε τον Αύγουστο, τα funds αύξησαν τις συνολικές τους θέσεις στις μετοχές κατά μία ποσοστιαία μονάδα, στο 47,1% του μέσου χαρτοφυλακίου, το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2016. Ωστόσο, αρκετοί θεσμικοί εμφανίζονται επιφυλακτικοί, καθώς, όπως εκτιμούν, η μεταβλητότητα θα αυξηθεί εάν οι κεντρικές τράπεζες αρχίσουν τη νομισματική σύσφιξη.

Όπως σημειώνει ο Trevor Greetham, επικεφαλής επενδύσεων στη Royal London Asset Managementυπάρχει ο κίνδυνος η υπερβολικά επιθετική πολιτική από τις κεντρικές τράπεζες ή η κλιμάκωση των γεωπολιτικών γεγονότων να προκαλέσει μια πιο έντονη διόρθωση από ό,τι είδαμε μέχρι στιγμής φέτος, αλλά είμαστε πρόθυμοι να αγοράσουμε στη βουτιά των αγορών, δεδομένων των θετικών μακροπρόθεσμων προοπτικών για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό”.

 

www.capital.gr

You May Also Like

More From Author